<$BlogRSDUrl$>

30.3.04

Rock around.  

Αλίμονο. Τι επιστροφή στο παρελθόν θα ήταν αν δεν ξύπναγε μέσα μας το κτήνος. Μπορεί τώρα να εμφανίζουμε διάθεση σύγκλισης και αποδοχής των επιλογών του άλλου, αλλά όλοι θυμόμαστε τις συγκρούσεις έως ταπεινώσεως του εχθρού. Παραδίνεσαι ρε;

Πρώτα πρώτα για τον Σαββόπουλο και τη ροκ κουλτούρα του.
Μπορεί ο Διονυσάκος μας να είναι πιο ροκ από άλλους κυρίους με πιστοποιητικά φρικοσύνης, πλην η μουσική του δεν είναι ροκ. Ροκάρει αλλά δεν εγγράφεται εκεί. Συνομιλεί μάλλον με το ιδίωμα, επηρεάζεται, αφομοιώνει, ειρωνεύεται, με λίγα λόγια πίνει το ροκ-δεν τον πίνει αυτό! Στη μουσική του, υπάρχει ένα ιδιαίτερα ισχυρό πνευματικό κέντρο που την απομακρύνει από τη νεανικότητα , και καλά κάνει και γι’ αυτό είναι μεγάλη μουσική. Στο τραγούδι όμως που παραθέτεις (στο τηλέφωνο σε παίρνω απ’ τη γωνία) υπάρχει έμμεση κριτική πάνω στο ύφος χιπ χοπ και μάλιστα (στα δικά μου αυτιά) αποτυχημένη. Σαν να βλέπεις έναν κύριο να μιμείται εκφράσεις και στυλ των νέων μη γνωρίζοντας το πνεύμα που εμψυχώνει μια τέτοια μουσική έκφραση. Και βγαίνει φάλτσο. Γούστα, θα μου πεις.

Οι Στέρεο Νόβα είναι άλλη περίπτωση. Πρώτα πρώτα, εξοικείωσαν το ελληνικό κοινό (εμάς, ντε) με τον ηλεκτρονικό ήχο. Ο βασικός νεωτερισμός που εισάγουν είναι ο συνδυασμός ενός παλιομοδίτικου, στερεοτυπικού και αφελούς αλλά πάντως ροκ στίχου, που εκφέρεται ως λαχανιαστή ανάσα, επάνω σε θεωρητικώς ψυχρά ηλεκτρονικά τοπία που ακούγονται, εξ αντιθέτου, πολύ λυρικά και ζεστά. Το break-beat που χρησιμοποιούν κατά κόρον είναι εντελώς spiritualized (πνευματοποιημένο; δεν μ’ αρέσει η λέξη). Ο ήχος αυτός και το τραγούδισμα είναι δική τους κατάκτηση, χωρίς προηγούμενο στα ελληνικά πράγματα. Εξ ου και δεν είχαν φανατικό κοινό σε πολύ νεαρές ηλικίες αλλά στους κάπως μεγαλύτερους. Είναι οι διανοούμενοι της electronica, που διέθεταν ταλέντο, κοινωνικοπολιτικές ανησυχίες και έναν λεπτό εκλεκτισμό. Εγώ τους αγαπώ πολύ και τους αξιολογώ ως το σημαντικότερο δεδομένο της εγχώριας σκηνής στη δεκαετία του 90. Κυρίως γιατί με τη μουσική τους ταξιδεύω σ’ έναν κόσμο που ανάλογό του δεν μπορώ να βρω πλην ίσως εκείνου των Faithless. Μετά το Super Stella όμως, ο Κωνσταντίνος Β. με φέρνει σε αμηχανία.

Έχεις δίκιο για τη χρήση των ελληνικών. Σε όλα τα ελληνικά ροκ συγκροτήματα υπάρχει αυτή η στρεβλή εμφατικότητα, αυτό το υφάκι. Θυμήσου τον Αγγελάκα και τις Τρύπες, τους Ενδελέχεια, άνθρωποι που αξίζουν… πρέπει να κάνεις προσπάθεια να αποδεχτείς αυτή την αλλοίωση της αίσθησης που έχεις για τη μητρική σου γλώσσα. Φαίνεται όμως πως είναι κάπως αναπόφευκτο. Όσο, επί παραδείγματι, κι αν προσπάθησε ο Σίμων Καράς να πείσει ότι δεν πρέπει να ψάλλουμε με τη μύτη, ουδείς ακολούθησε. Η μεγάλη παράδοση, της τουρκικής συμπεριλαμβανομένης, θέλει έτσι την ψαλτική. Το ίδιο και το ροκ. Είμαι νέος και θα διαφέρω, θα τα λέω φωναχτερά και κάπως διαφορετικά και άμα σας αρέσει. Υπόδειγμα τραγουδίσματος πάνω σε υπόδειγμα ελληνικού ροκ στίχου παραμένει για μένα ο Σιδηρόπουλος. Κι από κοντά κι ο Πουλίκας που ήταν πάντα πιο κυνικός και γι’ αυτό με κρύωνε λιγάκι. Ή ο Πιλαλί που λες, άνθρωποι ελαφρώς τυχοδιώκτες. Ροκ.

Όσο για το μελό, που επίσης θα συμφωνήσω, οφείλεται κι αυτό στο νεαρόν της ηλικίας. Μπορείς να γράφεις εξαιρετικές μουσικές στα δεκαοκτώ σου, αλλά στίχο από ποια εμπειρία να αντλείς ο έρμος; Και στα τριάντα σου δηλαδή πάλι είναι σπάνιο και δύσκολο πράγμα ο στίχος.

Να, ο στίχος και η μουσική του Κηλαηδόνη ας πούμε, δεν άντεξαν. Τα τραγουδάκια του μοιάζουν πάντα φτερό στον άνεμο, μια άνευ λόγου ωραιοποίηση της ζωής που θα στεκόταν ως ύφος και σκωπτικό σχόλιο αν ο ίδιος ήταν κάτι περισσότερο, κάτι ισχυρότερο, που τα ξεπερνούσε. Αλλά δεν ήταν, και η μουσική του έμεινε στάσιμη, χωρίς εξέλιξη. Τον μιμούνται κάτι σημερινοί συμβατικοί, τα ονόματα των οποίων δεν ξεχωρίζω. Του λεγομένου «ποιοτικού»!






This page is powered by Blogger. Isn't yours?